Για τη Μαρία Βλαντή
Συγγραφείς:
Μαίρη Χατζηνικολή

Η Μαρία Βλαντή είναι εικαστική καλλιτέχνης και εκφράζεται εξ' ίσου με τον όγκο-χώρο και στην επιφάνεια. Γλύπτρια καλή με την ευρύτερη έννοια του όρου - όχι με την απόκτηση συγκεκριμένων γνώσεων αγαλματοποιίας - και ζωγράφος από ταλέντο και σπουδές, έχει ήδη μια μακρόχρονη, περίπου εικοσάχρονη δυναμική και ενδιαφέρουσα πορεία με εκθέσεις και διακρίσεις στον Ελλαδικό αλλά και στο Διεθνή χώρο.

Για τις δημιουργίες της μεταχειρίζεται κεραμικές τεχνικές που έχει σπουδάσει και στη συνέχεια εξελίξει.

Η δουλειά που πρόσφατα παρουσιάζει στην έκθεση και στον κατάλογο αυτό, είναι επιτοίχεια και θα μπορούσε να εντοιχιστεί. Χωρίς να απομακρύνεται από τις βασικές της επιδιώξεις, προβάλλει νέα εκφραστική διάθεση και αξιοποιεί συνθετικά ανανεωμέ­να τις αξίες και τα μέσα της.

Προκειμένου να συνοδεύσω με κάποιες σκέψεις μου την παρουσίαση αυτή, θα επικεντρωθώ εκ των πραγμάτων στη συγκεκριμέ­νη ενότητα, θεωρώ δύσκολη και παρακινδυνευμένη όμως την τμηματική αυτή αντιμετώπιση. Όσο καλή και αν είναι η ενότητα, ανα­δεικνύει μία μόνο από τις όψεις του καλλιτεχνικού έργου, ένα από τα πρόσωπα του Ιανού.

Οι αναφορές μου στην προηγούμενη δουλειά της δεν θα είναι επαρκείς γιατί η εικόνα, που θα λείπει, έχει αυτοδυναμία παρέμ­βασης στο θεατή, αναντικατάστατη από τον όποιο επεξηγηματικό, περιγραφικό ή κριτικό λόγο που απευθύνεται σε ακροατή.

Όσοι έχουν εμπλακεί με τις κεραμικές τεχνικές, κινούνται σε χώρο περιτυλιγμένο με γοητεία, μύθους και παρανοήσεις. Γοητεία λόγω της φωτιάς που παρεμβαίνει και της μετάλλαξης της ύλης, μύθους φορτισμένους από την παράδοση, την αρχαιότητα και όχι μόνο, παρανοήσεις βασισμένες σε αντιλήψεις και κατατάξεις για τη διακοσμητική, το τυχαίο, τις μεγάλες και μικρές τέχνες - παρα­νοήσεις που ευτυχώς σιγά - σιγά διαλύονται από τη σύγχρονη μετατόπιση θεωριών και ιδεολογημάτων.

Οι υφές, οι ύλες και όλα τα εκφραστικά μέσα που προκύπτουν από τις τεχνικές διαδικασίες της κεραμικής είναι αναρίθμητες και εντυπωσιακές. Κάποιοι μάλιστα καλλιτέχνες φτάνουν να συλλαμβάνουν την ιδέα του έργου τους εμπνευσμένοι αποκλειστικά από αυτές και με πολύ καλά αποτελέσματα.

Δεν είναι η περίπτωση της Μαρίας Βλαντή. Ούτε στην προηγούμενη, ούτε στην πρόσφατη δουλειά της.

Στις προηγούμενες συνθέσεις της σε επίπεδα, όπως άλλωστε και στα έξοχα περίοπτα γλυπτά της, η υφή -και η ύλη- ήταν πάντα άψογη, ευδιάκριτη και λειτουργική. Δεν αποτελούσε όμως τον άξονα του έργου, δεν έκλεβε την παράσταση. Τα στοιχεία που κυριαρχούσαν ήταν η μεγάλη σχεδιαστική ικανότητα με τις δυναμικές χαράξεις, οι έντονες, γαιώδεις και κάποτε ασπρόμαυρες χρω­ματικές αντιθέσεις που συντελούσαν στη δομή και τόνιζαν το δυναμισμό και τελικά μια ειλικρίνεια, μια έκδηλη τιμιότητα και παληκαριά που δεν πήγαζε από τη θεματική τους αλλά από τη στάση ζωής του ίδιου του δημιουργού, αποτυπωμένη στην καλλιτεχνική του πράξη.

Συνήθως οι καλλιτεχνικοί κεραμικοί πίνακες ή γενικά οι κεραμικές συνθέσεις σε στυλ τοίχου, ιδίως εκείνες που προσεγγίζουν τη μη συγκεκριμένη θεματολογία, αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη αισθητική και διαφοροποιούνται από τη γνωστή ζωγραφική αντίληψη. Συχνά τείνουν σε λύσεις μινιμαλιστικές, με επαναλαμβανόμενα αυτοτελή στοιχεία που εναρμονίζονται και χτίζουν τον κεραμικό πίνακα - τοίχο που μπορεί να φτάνει σε πολύ μεγάλες διαστάσεις. Ο έντονος υλικός χαρακτήρας, επίπεδος ή ανάγλυφος, αποτελεί την εκφραστική προσφορά τους. Η παραπάνω τάση που είναι διεθνής και απόλυτα θεμιτή, στοχεύει και στο να περιφρουρήσει την κεραμική ως αυτόνομη τέχνη προσδιορισμένη και περιορισμένη αυστηρά από τα μέσα της. Συμπαθώ τους μύθους- είναι ποιητικές εκφράσεις. Αλλά στη σύγχρονη εποχή, όπου τα όρια όλων των τεχνών έχουν υποχωρήσει και συγχωνευτεί, τα ταμπού, οι περιορι­σμοί σε κάθε δυνατότητα έκφρασης, οι δήθεν αυτονομίες δεν είναι ποιητικές αλλά σκέτα αναχρονιστικές.

Στους τελευταίους κεραμικούς πίνακές της η Μαρία Βλαντή, ακολουθεί τη βασική κεραμική δομή, αλλά τείνει προς το «ζωγραφι­κό» κλίμα, πιο αποφασιστικά, με νέες επιδιώξεις και επιτεύγματα. Ο σχεδιαστικός δυναμισμός της, δεν είναι πια το ίδιο ορατός, έχει υποχωρήσει στην εσωτερική ζωή του πίνακα και αντικατασταθεί από σίγουρες αλλά λιτές αναφορές σε σχήματα συμβολικά που υπο­δηλώνονται χωρίς περιγραφές. Το χρώμα, γεμάτο ατμοσφαιρικές μνήμες, διαγράφει ανεξάρτητες κηλίδες, απομακρύνοντας ακόμα περισσότερο την έννοια της περιγραφής. Στο χώρο επικρατεί μια άλλοτε πυκνή και άλλοτε διάφανη ατμόσφαιρα μέσα από την οποία μας πλησιάζουν συμβολικές παρουσίες της ύπαρξης.

Ο χρόνος, ο βιωμένος χρόνος, απαραίτητος σ' αυτό τον οραματισμό, εισάγεται στο χώρο με μεθόδους δομικές. Συνθέτοντας και ξαναζωγραφίζοντας συνολικά, κεραμικές πλάκες που έχουν ήδη ζωγραφιστεί, με τον ίδιο τρόπο αλλά σε ανύποπτο χρόνο. Όπως στη ζωή όπου καταστάσεις βιώνονται χωρίς να προϋπολογιστούν τα επερχόμενα, που όμως έρχονται νομοτελειακά και τις επικαλύ­πτουν. Έτσι δημιουργείται μια «κατοίκηση», τόσο αναγκαία για την επιβεβαίωση της ύπαρξης και της συνύπαρξης που μας προ­σφέρει ο ιδιόμορφα ιστορημένος χώρος της.

Η σύνθετη αυτή λύση, βασισμένη στην αλήθεια της ζωής, καταλήγει απλή όσο και το αυγό του Κολόμβου. Αν αληθεύει ότι το κλα­σικό είναι απλό, ίσως η Μαρία Βλαντή βαδίζει προς την κατεύθυνση αυτή.

Τα εντοίχεια αυτά κομμάτια, χάρη στην ατμοσφαιρική ποιητική τους στόφα και την ανεπιτήδευτη υφή, χωρίς να παραβιάζουν την υλική προέλευσή τους σε κάνουν να την ξεχνάς.

Όσοι δουλεύουν «ζωγραφικές» κεραμικές επιφάνειες, δυνάμενες να εντοιχιστούν, συμβάλλουν σε μια επαναφορά στις ρίζες της ζωγραφικής.

Η τοιχογραφία, το ψηφιδωτό, η κεραμική ζωγραφική ήταν εφαρμοσμένες παράλληλα με τη ζωγραφική σε πάπυρο, νωρίτερα από τη ζωγραφική σε χαρτί ή μουσαμά. Συνενωμένη με τις άλλες τέχνες σε χώρους ομαδικής ζωής και όχι μόνο σε χώρους προβολής.

Μαίρη Χοτζηνικολή