Η κεραμική είναι ένας αγώνας με τα στοιχεία της φύσης, Αμαρυσία 23/11/1998
Συγγραφείς:
Συνέντευξη της Μαίρης Χατζηνικολή στην Ελεονώρα Τζεφρώνη

Ήταν μια εποχή που το Μαρούσι τα βράδια φωτιζόταν από τη λάμψιη της δημιουργίας. Ο πηλός, έπαιρνε σχήμα και ψυχή από τα έμπει­ρα χέρια των αγγειοπλαστών που ώρες ατε­λείωτες δούλευαν πάνω από τη φωτιά μέχρι να ολοκληρώσουν το δημιούργημά τους.

Εκείνη την εποχή αναπολεί με τρυφερή νοσταλγία η κεραμίστρια Μαίρη Χατζηνικολή, έργα της οποίας παρουσιάζονται στη φετινή 40ή Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής σε ένα ειδικό αφιέρωμα στη γνωστή Ελληνίδα κεραμίστρια.

Το όνομα της Μαίρης Χατζηνικολή δεν συνδέθηκε τυχαία με το Μαρούσι.

Εδώ, στην κεραμούπολη αυτή, έστησε στη δεκαετία του '50 το εργαστήριο της, στο οποίο δούλεΰε για περισσότερα από δέκα χρόνια. Η συνομιλία μας με τη σημαντική αυτή καλλιτέχνιδα, που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα της στην τέχνη που αγάπησε, εί­χε μια "μυστηριακή γοητεία", την ίδια που αποπνέει η επαφή με τον πηλό και η προ­σπάθεια να τιθασεύσεις την αρχέγονη πρώ­τη ύλη.

Η Μαίρη Χατζηνικολή γεννήθηκε το 1928 στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Σχολή Καλών Τεχνών και με υποτροφία σπούδασε στην Ρώμη στην Academia Di Belle Arte, από το 1955 εως 1958 με αντικεί­μενα την τοιχογραφία, τη ζωγραφική και τη διακοσμητική εσωτερικού χώρου.

Εκεί, στην Ιταλία, παρακολούθησε μαθή­ματα και σε άλλες σχολές πάνω στην κερα­μική. Όπως λέει και η ίδια, για έναν άνθρωπο που έχει τελειώσει δύο ανώτατες σχολές, η τέχνη αυτή ήταν ένα πεδίο ανοιχτό που την κέρδισε ολοκληρωτικά.

Δεν παραλείπει όμως να επισημάνει ότι πρώτος της δάσκαλος που της μετέδωσε τις πρώτες γνώσεις γενικά για τις τέχνες, ήταν ο σύζυγος της, ο ζωγράφος Πάνος Σαραφιανός.

Από το '59 που επέστρεψιε στην Ελλάδα, εργάστηκε πάνω στην προσωπική καλλιτε­χνική έρευνα, ενώ για 30 χρόνια ήταν καθη­γήτρια καλλιτεχνικού μαθήματος στο Αμερι­κανικό Κολλέγιο.

Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές πανελλή­νιες και διεθνείς εκθέσεις και έχει βραβευθεί για το έργο της.

- Κυρία Χατζηνικολή, η τέχνη της κεραμικής σας έ­δειξε νέους ορίζοντες έ­μπνευσης;

- Ασφαλώς με ότι κι αν καταπιαστεί κανείς, αν θέλει να φτάσει στην καρδιά του πράγματος, σίγουρα του α­νοίγονται νέοι κόσμοι.

- Τι ήταν αυτό που από την πρώτη στιγμή σας κέρδισε στην κεραμική;

- Η δυνατότητα που έχει κανείς να συνθέτει χρώμα, σχέδιο, ζωγραφική, πλάσιμο, χάραξη, αρχιτεκτονική με την έννοια του χτισίματος του κενού χώρου και πληθώρα υλών και ερευνών. Έχω ερευ­νήσει πολύ αυτό το χώρο, που δεν τελειώνει. Είναι ένας αγώνας με τα στοιχεία της φύσης, που παρ' όλο που γίνεται σε μικρο­γραφία δεν παύει να έχει μυ­στηριακή γοητεία.

- Έχετε νοιώσει ποτέ πως η κεραμική είναι η τέχνη, που καθώς λένε, φέρνει τον άν­θρωπο κοντά στο θεό;

- Κάθε τέχνη μεταφέρει τον άνθρωπο από τις καθη­μερινές τετριμμένες ασχο­λίες του σε χώρους πιο πνευματικούς. Μ' αυτήν την έννοια μπορούμε να μεταχει­ριστούμε αυτήν την έκφρα­ση. Και σχετικά με την κερα­μική, νομίζω πως ο πλασμός και η φωτιά τη φορτίζουν με τις αιώνιες δοξασίες περί δημιουργίας.

- Πότε ένας καλλιτέχνης είναι ευτυχισμένος; Ποιές ή­ταν οι πιο ευτυχισμένες στιγ­μές στην καριέρα σας;

- Την ώρα που δημιουργεί, την ώρα που επικοινωνεί με το όποιο υλικό του και ταυτό­χρονα με το όραμά του. Την ώρα που δεν ξεχωρίζει το έργο από τον εαυτό του. Οταν αντίθετα δεν επιτυγ­χάνεις αυτήν την ταύτιση, ό­ταν αμφιβάλλεις, τότε είσαι πράγματι δυστυχής.

- Πώς συνδέθηκε τ' όνομά σας με το Μαρούσι;

- Όταν γύρισα από τις σπουδές μου στην Ιταλία, μη έχοντας προσωπικές ρίζες στο χώρο της κεραμικής, στράφηκα προς το Μαρούσι που ήταν ο μόνος τόπος όπου μπορούσες ν' ασκήσεις την κεραμική. Μού άνοιξε το εργαστήρι του ο Κυριακός, αγγειοπλάστης τότε ονομαστός και κα­λός. Με βοήθησε όσο μπο­ρούσε για να κάνω την κερα­μική μου, την οποία δεν κα­ταλάβαινε, αλλά με το ένστι­κτο του την αισθανόταν.

- Ποιές είναι οι ωραιότε­ρες αναμνήσεις σας από το Μαρούσι των περασμένων δεκαετιών;

- Αυτό που άρεσε σε μένα, ας μην παραβλεψούμε ότι μπορεί να είναι καθαρά υπο­κειμενικό. Γιατί εγώ έκανα κεραμική και δεν είχα το σπι­τικό μου στο Μαρούσι. Οι ωραιότερες όμως ανα­μνήσεις μου είναι ότι το Μα­ρούσι ήταν ένα χωριό κερα­μικό με φωτιές και καμίνια α­ναμμένα σχεδόν κάθε βράδυ. Ότι είχες ν' αντιμετωπίσεις μεγάλες δυσκολίες και κού­ραση σε όλα τα στάδια της δουλειάς. Όταν όμως τελεί­ωνες, αισθανόσουν νικηφό­ρος.

- Νομίζετε πως σήμερα η ελληνική κεραμική υστερεί σε σύγκριση με το παρελθόν;

- Δεν πιστεύω ότι σήμερα η ελληνική κεραμική υστερεί. Πιστεύω ότι έχει προωθηθεί, πολλοί άνθρωποι έχουν μπει στο χώρο και έχουν βάλει τη σφραγίδα τους. Εγώ βλέπω μια ανοδική πορεία στην κεραμική, παρ' όλο που στη χώρα μας δεν υ­πάρχει εκπαίδευση γι' αυτήν την τέχνη. Από την άλλη με­ριά, η εμπειρία των νέων που σπουδάζουν στο εξωτερικό, μπολιάζει την τέχνη με νέα στοιχεία.

- Ποιά συμβουλή θα δίνα­τε στους νεώτερους κεραμΙ­στες;

- Εγώ σαν καθηγήτρια και σα μάνα δεν έδωσα ποτέ μου συμβουλές. Πιστεύω στη συ­ζήτηση, όχι στη συμβουλή. Μόνο η ίδια η ζωή σου και το έργο σου μπορούν να βοηθήσουν, τίποτα άλλο.